Τη Δευτέρα 10 Ιουνίου θα επισκεφθεί τον πρόεδρο της Δημοκρατίας και οι εθνικές εκλογές θα γίνουν στις 7 Ιουλίου δήλωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, σε συνέντευξη του στην ΕΡΤ 1, και ανήγγειλε ότι την τελευταία μέρα της λειτουργίας της Βουλής η κυβέρνηση θα καταθέσει τροπολογία για την κατάργηση της μείωσης του αφορολογήτου από 1/1/2020 και κάλεσε και τον κ. Μητσοτάκη να την ψηφίσει, αφού έχει δηλώσει ότι συμφωνεί.
Το διακύβευμα των εκλογών θα είναι το μέλλον της χώρας, εάν θα έχουμε μια κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θα συνεχίσει τα θετικά μέτρα ή μια κυβέρνηση που θα γυρίσει τη χώρα πίσω επισήμανε.
Ο κ. Τσίπρας είπε ότι είναι δικαιολογημένη η δυσαρέσκεια της μεσαίας τάξης, η οποία εκφράστηκε στις ευρωεκλογές, δήλωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει συγκεκριμένο σχέδιο για τη μεσαία τάξη, ενώ κατηγόρησε τη ΝΔ ότι εμφανίζεται ως σωτήρας της όταν οι προηγούμενες κυβερνήσεις είναι αυτές που τη λεηλάτησαν.
Ο πρωθυπουργός εξέφρασε την πεποίθηση ότι είναι εφικτή η ανατροπή του αποτελέσματος των ευρωεκλογών και κάλεσε τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας να αναθεωρήσει τη στάση του και να πει «ναι» σε τηλεοπτικό ντιμπέϊτ μαζί του για να δοθεί η ευκαιρία στους πολίτες να πληροφορηθούν τα προγράμματα τους, να τα κρίνουν και να τα συγκρίνουν.
«Το διακύβευμα των εθνικών εκλογών είναι το μέλλον της χώρας»
Όποιος πάρει το μπόνους των 50 εδρών θα σχηματίσει κυβέρνηση και δεν θα
έχουμε θέμα επαναληπτικών εκλογών με το σύστημα της απλής αναλογικής,
τόνισε ο κ. Τσίπρας και μίλησε για «ψευτοδιλήμματα» του κ. Μητσοτάκη,
λέγοντας ότι τα θέτει αφού «καθάρισε» όσους ήταν μαζί του στο αντί –
ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο.
«Το διακύβευμα των εθνικών εκλογών είναι το μέλλον της χώρας», δήλωσε ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και συνέχισε: «Το θέμα είναι αν μετά τις εθνικές εκλογές θα υπάρχει μια κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, που θα συνεχίσει την πορεία των θετικών μέτρων ή μια κυβέρνηση με διάθεση ρεβανσισμού και εκδικητικότητας, η οποία θα εφαρμόσει ακραίες πολιτικές, που δεν τόλμησε ούτε το ΔΝΤ να προτείνει, και θα γυρίσει τη χώρα πίσω».
«‘Αλλη αναμέτρηση η μάχη για τις εθνικές εκλογές, τίποτα δεν είναι προδιαγεγραμμένο»
Υποστήριξε ότι οι εθνικές εκλογές είναι άλλη αναμέτρηση από αυτή των
ευρωεκλογών καθώς το διακύβευμα είναι ποιος θα κυβερνήσει τα επόμενα 4
χρόνια, με ποιον πρωθυπουργό και με ποιο πρόγραμμα.
«Το πρωί της 7ης Ιουλίου οι κάλπες θα είναι άδειες, δεν θα έχουν ευρωψηφοδέλτια, άρα στα χέρια των πολιτών που θα προσέλθουν στις κάλπες είναι το αποτέλεσμα. Δεν είναι προδιαγεγραμμένο τίποτα απολύτως», σημείωσε ερωτηθείς αν μπορεί να γυρίσει το αποτέλεσμα. Πρόσθεσε ότι «το κοντέρ μηδενίζει, έχουμε επίγνωση και των δυσκολιών και των τάσεων, αλλά και των δυνατοτήτων μας». Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τη δυνατότητα, γιατί το έχει ξανακάνει, να πάρει τους ψηφοφόρους εκείνους για να πετύχει το αποτέλεσμα, είπε. «Ανοικτό και απολύτως εφικτό με βάση τη γλώσσα των αριθμών, άρα θα σας απαντήσω με το ρητό του Γαλιλαίου: κι όμως γυρίζει.
Είπε ειδικότερα ότι αν οι εκλογές αυτές έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή, δηλαδή αν οι περίπου 600.000 ψηφοφόροι που ψηφίσαν στις εκλογές του ‘15 και δεν πήγαν στην κάλπη τώρα για να τιμωρήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ -δηλαδή απείχαν, δεν ψήφισαν ΝΔ- κι αν δημιουργηθεί ένα αίσθημα του διακυβεύματος των εκλογών σε όλους εκείνους, επίσης ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ του ‘15, που επέλεξαν μικρότερα κόμματα κι είναι γύρω στους 400.000 ψηφοφόρους, έχουμε 1 εκατ. ψηφοφόρων που θα κρίνουν το αποτέλεσμα των εκλογών.
Είπε για δηλώσεις του κ. Βαρουφάκη ότι μόνο χαμένη ψήφος είναι ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ ή ότι μπορεί να συνεργαστεί και με τη ΝΔ, είναι σα να υποτιμά τη νοημοσύνη αυτών των ανθρώπων οι οποίοι αντιλαμβάνονται τις χαοτικές διαφορές ανάμεσα στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ.
Σχέδιο για τη μεσαία τάξη – «υποχρέωση μας να στραφούμε στη μεγάλη πλειοψηφία που έβαλε πλάτη στα δύσκολα»
Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι η κυβέρνηση παρέλαβε χώρα με άδεια ταμεία,
στη χαράδρα της χρεοκοπίας, αναγκάστηκε να οδηγηθεί σε έναν επώδυνο
συμβιβασμό, όμως πήρε την ευθύνη να συνεχίσει για να βγάλει τη χώρα σε
ξέφωτο και με ασφάλεια να έχει ένα μείγμα ισορροπημένο κοινωνικής
στήριξης και ελάφρυνσης της μεσαίας τάξης. Είπε ότι «αναγκαστήκαμε χωρίς
να υιοθετούμε την ιδιοκτησία αυτών των πολιτικών, να μοιράσουμε με
δικαιοσύνη τα βάρη προκειμένου να βγούμε από τη χαράδρα και να είμαστε
σε ξέφωτο» και πως υπήρξε για ένα μεγάλο διάστημα συσσωρευμένη και
παρατεταμένη επιβάρυνση της μεσαίας τάξης, στην οποία δηλαδή προστέθηκε
και η επιβάρυνση από τη φορολόγηση επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Είπε ότι
δέχεται την κριτική ότι ενώ πέτυχε την προστασία των πιο αδύναμων
φορολογήθηκαν περισσότερο οι λιγότερο αδύναμοι. Επισήμανε την επίτευξη
της μείωσης της ανεργίας, της αύξησης του κατώτατου μισθού παρά τις
διαφωνίες των συντηρητικών κύκλων και κατέθεσε ως στοιχείο αυτοκριτικής
«ότι έχοντας δει το τι καταφέραμε -γιατί δεν ήταν αυτονόητο ότι θα
βγούμε από το μνημόνιο- το θεωρήσαμε δικαίωση και επιτυχία, το μεγάλο
μας λάθος ήταν ότι δεν συνειδητοποιήσαμε το βάρος της κούρασης του λαού
που έβαλε πλάτη στα δύσκολα και στο τέλος της ημέρας είπε ‘δεν αντέχω’
το οποίο το εισέπραξε η κυβέρνηση που είναι σήμερα».
Τόνισε ωστόσο ότι «εμάς μας κατηγορούν αυτοί που λεηλάτησαν την
μεσαία τάξη», ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ στη συνολική
φορολογική επιβάρυνση από το ’10 έως σήμερα, το 83% των φόρων ήταν την
περίοδο ’10-’14 και από το ’15 και μετά ήταν μόνο το 17% των φόρων».
Ανέφερε ότι αυτή η συσσωρευμένη επιβάρυνση της κοινωνίας, της μεσαίας
τάξης, ήρθε να εμφανιστεί στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση μετά το ’15,
στις ευρωεκλογές ως «χαλαρή» ψήφος, παρότι ο ίδιος έλεγε ότι οι κάλπες
είναι δημοψήφισμα για τα μέτρα.
Υπογράμμισε ότι «σήμερα που υπάρχει η δυνατότητα αυτή («είμαστε σε
ξέφωτο») λέμε πάλι ότι θέλουμε με ασφάλεια να οδηγήσουμε τον λαό σε μια
σταθερή πορεία εξόδου από την κρίση και πως η άλλη πορεία είναι
επισφαλής». Σημείωσε ότι το μεγάλο στοίχημα είναι να επωφεληθεί η μεσαία
τάξη από τις επιδόσεις της οικονομίας. Τόνισε ότι χρειάζεται ένα
σχέδιο, που διαθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ και θέλει να το παρουσιάσει στον λαό -και
να το αντιπαραβάλει με εκείνο της ΝΔ- μέσα σε πλαίσια δημοσιονομικής
ασφάλειας, που θα μοιράσει πιο δίκαια τα βάρη, που θα δώσει προοπτική
δίκαιης ανάπτυξης και την προοπτικής μιας εξισορρόπησης». Σημείωσε ότι
αυτό δεν είναι «αφήγημα μεσαίας τάξης», αλλά ότι «είναι υποχρέωση μας να
στραφούμε στη μεγάλη πλειοψηφία που έβαλε πλάτη στα δύσκολα».
«Το 83% της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης επιβλήθηκε στη
μεσαία τάξη από αυτούς που σήμερα παρουσιάζονται ως δήθεν λυτρωτές της»
Ο κ. Τσίπρας είπε ότι το 83% της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης
«επιβλήθηκε στη μεσαία τάξη από αυτούς που σήμερα παρουσιάζονται ως
δήθεν λυτρωτές της» και έθεσε το ερώτημα: Ποιος έφερε τον ΕΝΦΙΑ, την
εισφορά αλληλεγγύης, τον φόρο επιτηδεύματος, ποιος αύξησε τον φόρο για
τους επαγγελματίες;
Είπε ότι κάποιες από τις προτάσεις της ΝΔ για τις φορολογικές ελαφρύνσεις -κάποιες από αυτές τις έχει ήδη εξαγγείλει η παρούσα κυβέρνηση και κάποιες ήδη τις έχει εφαρμόσει- αν εφαρμοστούν στο σύνολο τους θα έχουν ένα κόστος υπέρβασης από τα σημερινά δημοσιονομικά πλαίσια γύρω στα 7 δισ. και τα οποία, όπως τόνισε, είναι ταυτόχρονα 7 δισ. περικοπές. «Είπαν μείωση φόρων έναντι μείωσης δαπανών, τι σημαίνει αυτό; Πρέπει να το γνωρίζει ο λαός», συνέχισε, για να προσθέσει ότι οι δαπάνες είναι οι μισθοί, οι συντάξεις, οι δαπάνες για την Παιδεία και την Υγεία, η εθνική άμυνα και τα επιδόματα, τα οποία είναι το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης που στήριξε 900.000 συνανθρώπους μας, τα οικογενειακά επιδόματα, τα αναπηρικά επιδόματα, το επίδομα στέγασης σε 400.000 νοικοκυριά που είναι μεσαία τάξη.
Τόνισε ότι η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και περαιτέρω μείωσης του ΦΠΑ. Είπε για τη ΝΔ ότι μόνο η μείωση από 29% άμεσα στο 20% στην φορολογία επιχειρήσεων (ενώ η κυβέρνηση έχει πει σε βάθος 4ετίας) ισοδυναμεί με όλα τα μέτρα που η παρούσα κυβέρνηση έχει εξασφαλίσει για το 2020: εισφορά αλληλεγγύης, μέτρα για τους νησιώτες, αγρότες, μείωση ασφαλιστικών εισφορών για τους νέους.
«Κρυφή ατζέντα» με «μνημονιακές πολιτικές» το πρόγραμμα Μητσοτάκη
Κατόπιν αυτών κατηγόρησε τον κ. Μητσοτάκη για «κρυφή ατζέντα», ότι δεν
είπε κατά λάθος για επταήμερη εργασία ή για ξεπερασμένο 8ώρο και αν
έρθει στην εξουσία θα μπορεί να δηλώνει ότι τα είχε πει προεκλογικά.
«Εμείς θα επιχειρήσουμε να γίνει ουσιαστικός προγραμματικός διάλογος
παρότι ο κ. Μητσοτάκης θέλει να το αποφύγει», είπε.
Ο κ. Τσίπρας εξέφρασε την ανησυχία του ότι «αν επιστρέψουμε σε μνημονιακές πολιτικές, όπως είναι αυτές που πρεσβεύει το πρόγραμμα της ΝΔ ακόμα και χωρίς μνημόνια, τότε θα γυρίσουμε στην περιπέτεια που ζήσαμε το 2010-14 και είναι κρίμα για τη χώρα».
Μιλώντας για το ασφαλιστικό τύπου «Πινοσέτ» που καταλογίζει στη ΝΔ, ο κ. Τσίπρας είπε ότι πρόκειται για ένα σύστημα εκχώρησης της επικουρικής ασφάλισης στις ιδιωτικές ασφαλιστικές. Είπε ότι θα δημιουργηθεί τεράστια τρύπα στο ασφαλιστικό σύστημα «που με χίλια βάσανα καταφέραμε από ελλειμματικό να το κάνουμε βιώσιμο» και αυτό μόνο θα ευνοήσει τα κέρδη κάποιων ιδιωτών και θα δημιουργήσει τεράστια κενά στη δυνατότητα πληρωμής των συντάξεων, άρα θα κληθεί να τα καλύψει το δημόσιο ή θα κοπούν οι συντάξεις και αν δεν έχει να τα καλύψει το δημόσιο, θα έρθουν πάλι να μας προσφέρουν προγράμματος «σωτηρίας».
Αυτά είναι πράγματα που θα μας οδηγήσουν πίσω σε εποχές που θέλουμε να ξεχάσουμε είπε και κατηγόρησε τον κ. Μητσοτάκη ότι προσπαθεί να αποφύγει να συζητήσει τέτοια θέματα.
«Η εφαρμογή ή αμφισβήτηση των θετικών μέτρων κρίνεται από τις εθνικές κάλπες»
«Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι η εφαρμογή των μέτρων ή η αμφισβήτηση τους
κρίνεται σε μεγάλο βαθμό σήμερα που μιλάμε από το αποτέλεσμα των εθνικών
εκλογών της 7ης Ιουλίου», τόνισε. Σχολίασε ότι αυτά που διατυπώνονται
τις τελευταίες μέρες ως επιφυλάξεις ή ενστάσεις από μερίδα κύκλων της ΕΕ
ή που γράφονται στον Τύπο, «είναι αποτέλεσμα των πολιτικών εξελίξεων
στην Ελλάδα, του αποτελέσματος των ευρωεκλογών». Δυστυχώς το αποτέλεσμα
των ευρωεκλογών ήταν ένα αποτέλεσμα που αμφισβήτησε τη νομιμοποίηση των
μέτρων ελάφρυνσης, σχολίασε και επέκρινε και τη ΝΔ ως προς αυτό
δεδομένης της στάσης της απέναντι σε αυτά τα μέτρα.
«Βαρύτατες πολιτικές σκοπιμότητες πίσω από την άρνηση Μητσοτάκη να συναινέσει στην επιλογή της ηγεσίας της δικαιοσύνης»
Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, έχει και τον τρόπο και
τη γνώση να λειτουργήσει ως εγγυητής της ενότητας του έθνους, του
Συντάγματος και της τήρησης του, της ανεξαρτησίας των θεσμών, δήλωσε ο
πρωθυπουργός, ερωτηθείς αν θεωρεί ότι ο κ. Παυλόπουλος θα υπογράψει το
Προεδρικό Διάταγμα για τον ορισμό της ηγεσίας της Δικαιοσύνης.
Ο κ. Τσίπρας καταλόγισε «βαρύτατες πολιτικές σκοπιμότητες» στη Νέα Δημοκρατία και τον κ. Μητσοτάκη για την άρνηση του να συναινέσει στην επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης και είπε ότι συνιστά «τη μέγιστη θεσμική παρεκτροπή» να θέλει να εμπλέξει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε αυτές τις σκοπιμότητες.
Κατηγόρησε τη Ν.Δ. ότι θέλει να έρθει ως «εκδικητής», και τον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά ότι επιχειρεί την «κατατρομοκράτηση» δικαστικών λειτουργών, λέγοντας πως «οι μάσκες έπεσαν».
Δεν υπάρχει κίνδυνος δημοσιονομικού εκτροχιασμού μετά τις εκλογές
Ερωτηθείς εάν υπάρχει κίνδυνος δημοσιονομικού εκτροχιασμού μετά τις
εκλογές, ο κ. Τσίπρας απάντησε κατηγορηματικά ότι δεν υπάρχει τέτοια
περίπτωση και πως η ανάπτυξη για το 2019 θα κινηθεί στο 2,3% , δηλαδή
ανάπτυξη για τρίτη χρονιά και ότι θα επιτευχθεί και ο στόχος 3,5%
πρωτογενούς πλεονάσματος.
«Από την ένταξη του Ποταμιού και του ΚΙΝΑΛ στο αντί -ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο ωφελήθηκε μόνον ο κ. Μητσοτάκης»
Υπό κανονικές συνθήκες η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα έπρεπε να είχε
λήξει αμέσως μετά την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών, αλλά αυτό δεν
μπορούσε να γίνει καθώς δεν μπορούσε να συγκροτηθεί μια εναλλακτική
προοδευτική πλειοψηφία στη Βουλή, επειδή το Ποτάμι και το ΚΙΝΑΛ είχαν
προσχωρήσει από την πρώτη στιγμή της κυβέρνησης Τσίπρα στο αντί – ΣΥΡΙΖΑ
μέτωπο, τόνισε ο πρωθυπουργός.
Παρατήρησε πως η ένταξη στους στο αντί – ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο δεν τους ωφέλησε καθόλου, διότι μειώθηκαν τα ποσοστά τους, και ωφελήθηκε μόνον ο κ. Μητσοτάκης.
«Ο κ. Βενιζέλος έφυγε, η γραμμή Βενιζέλου έμεινε στο ΚΙΝΑΛ»
Σε ερώτηση σχετικά με τις εξελίξεις στο Κίνημα Αλλαγής, μετά τη
σύγκρουση της προέδρου του Φώφης Γεννηματά με τον πρώην πρόεδρο του
ΠΑΣΟΚ Ευάγγελο Βενιζέλο, ο κ. Τσίπρας απάντησε: «Ο κ. Βενιζέλος έφυγε, η
γραμμή Βενιζέλου έμεινε στο ΚΙΝΑΛ, διότι παρά την αποχώρηση του κ.
Βενιζέλου η στρατηγική της μονομέτωπης και ακόμα πιο έντονης επίθεσης
απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ παραμένει και άρα δίνεται η εντύπωση στον ελληνικό
λαό ότι όλο αυτό γίνεται, εφόσον δεν υπάρχει καμιά διαφορά στρατηγικής,
για το ποιος θα βγει βουλευτής, σε ποια θέση θα είναι, για τη διαχείριση
και το μοίρασμα μικροεξουσιών. Θα ήμουν πολύ ευτυχής αν η αποχώρηση του
κ. Βενιζέλου σήμαινε και αλλαγή στρατηγικής σε ότι αφορά ένα κόμμα το
οποίο ανήκει στον προοδευτικό χώρο και η διάθεση μας για συνεννόηση και
διάλογο είναι συνεχής και διατυπώνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια από
τη δική μας πλευρά χωρίς καμιά ανταπόκριση.