«Έχουμε το μεγαλύτερο ναυάγιο στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Το τελευταίο που έχουμε να κάνουμε είναι να ψάχνουμε να βρούμε αστείες δικαιολογίες», τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Alpha.
Σημείωσε ότι ήταν εκεί τα λιμενικά σκάφη και όμως το πλοίο βυθίστηκε και σημείωσε πως «το να λέμε ότι δεν ζήτησαν βοήθεια, ότι δεν υπάρχει το διεθνές δίκαιο, ότι δεν μπορεί να γίνει επιχείρηση στα διεθνή ύδατα και μετά να λένε ότι έγινε επιχείρηση… Αντί γι’ αυτές τις αντιφάσεις εγώ θα προτιμούσα ένα πράγμα, να ακούσω μια συγγνώμη». «Εγώ δεν αναζητώ ευθύνες, εγώ λέω πώς έχουν τα πράγματα, ότι εδώ και μια 4ετία η χώρα κινείται σε άλλη επιχειρησιακή γραμμή από αυτήν που είχαμε εμείς», τόνισε. Σημείωσε ότι επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ διασώζονταν οι πρόσφυγες και μετανάστες από τον κίνδυνο. Πρόσθεσε ότι εδώ και μια 4ετία «έχει ακολουθήσει μια πολιτική στη θάλασσα που θέτει σε διακινδύνευση ανθρώπινες ζωές», για να υπογραμμίσει ότι «και η ΕΕ έχει τεράστια ευθύνη σε αυτό». Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τόνισε ότι ‘πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η Ευρώπη κινείται σε λάθος κατεύθυνση». Σημείωσε ότι «ασφαλώς πρέπει να είναι προτεραιότητα μας να φυλάσσουμε τα σύνορά μας, ταυτόχρονα οι αξίες μας και το διεθνές δίκαιο επιβάλουν να δίνουμε και προτεραιότητα στη διάσωση της ζωής. Αν κάνουμε το ένα χωρίς το άλλο δεν οδηγούμαστε πουθενά, πρέπει να κάνουμε και τα δύο ταυτόχρονα. Και τη φύλαξη των συνόρων και τη διάσωση της ανθρώπινης ζωής».
Ερωτηθείς σχετικά ο κ. Τσίπρας είπε ότι «ο φράχτης στον Έβρο, στο βαθμό που εξυπηρετεί έναν επιχειρησιακό σχεδιασμό ώστε να μην υπάρχουν ροές ασύντακτες που να μην τις γνωρίζει η ελληνική πολιτεία, μπορεί να είναι χρήσιμος». «Ταυτόχρονα όμως με τον φράχτη στον Έβρο εμείς λέμε ότι πρέπει να υπάρχουν μόνιμες και νόμιμες πύλες εισόδου, όπου θα μπορεί ο κάθε πρόσφυγας που το δικαιούται με βάση το διεθνές δίκαιο να ζητήσει άσυλο και αν η χώρα το κάνει δεκτό να μπορέσει να περάσει». Πρόσθεσε επίσης, ότι ταυτόχρονα πρέπει να υπάρξουν και μόνιμες και νόμιμες οδοί επανεγκατάστασης σε όλη την ΕΕ, να αναθεωρηθεί το Δουβλίνο-2, γιατί δεν μπορεί όλο το βάρος να πέφτει στις χώρες υποδοχής, ένα νέο σύμφωνο μετανάστευσης και ασύλου.
Ο Αλ. Τσίπρας σχολίασε ότι δεν τον απασχολεί τι λέει η ΝΔ «γιατί είναι γεμάτη Κρικέτους στα ψηφοδέλτιά της, στην πολιτική της, στη μεταναστευτική πολιτική της». Εκτίμησε ότι βρισκόμαστε σε μια φάση υποχώρησης αξιών και πως η άποψη που εξέφρασε ο κ. Κρικέτος, αν δεν ειναι πλειοψηφική είναι σίγουρα ισχυρή στην ελληνική κοινωνία» και «πλειοψηφική στη ΝΔ». Τόνισε ότι είναι λάθος αντίληψη και ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν τα στερεότυπα. «Εγώ θεωρώ ότι η ανθρώπινη αξία έχει προτεραιότητα, δεν κοιτάζω το πολιτικό κόστος, υπερασπίζομαι αξίες», τόνισε ο κ. Τσίπρας.
Στο ερώτημα αν έχει δικαίωμα η Πρόεδρος της Δημοκρατίας να επισκέπτεται την Καλαμάτα και τις επιχειρήσεις, διάωσης και τους διασωθέντες, ο κ. Τσίπρας απάντησε ότι «προφανώς και έχει δικαίωμα» και μάλιστα ότι ήταν και υποχρέωση της να είναι εκεί. «Αν φτάσουμε στο σημείο σε μια κοινωνία να θεωρούμε ότι νέοι άνθρωποι δεν έχουν το δικαίωμα και την υποχρέωση να ασκήσουν κριτική στην εξουσία, τότε αυτή η χώρα δεν θα έχει σφυγμό. Θεωρώ ότι ήταν ένα υγιές περιστατικό όπως και υγιής ήταν και η αντίδραση της ΠτΔ που πήγε και τους μίλησε», σχολίασε. Πρόσθεσε ότι η αντίδραση των νέων να κάνουν κριτική στην εξουσία, όχι μόνο στην Πρόεδρο, αλλά και στον ίδιο και σε όλους, είναι υγιής αντίδραση. «Δεν υπήρξε προπηλακισμός, υπήρξε συζήτηση, και απάντηση με ωραίο τρόπο μάλιστα από την ΠτΔ».
«Δεν υπήρξα ποτέ ανεύθυνος στα εθνικά, ούτε πωλητής πατριδοφροσύνης – Ο κ. Μητσοτάκης επιδίδεται σε ασκήσεις εθνικής ανευθυνότητας»
Μιλώντας για την αντιπαράθεση με τη ΝΔ για τη Ροδόπη, ο κ. Τσίπρας καταλόγισε στον κ. Μητσοτάκη ότι «επιδίδεται σε ασκήσεις εθνικής ανευθυνότητας στο θέμα αυτό». Είπε ότι ο κ. Μητσοτάκης ήταν πρωθυπουργός τέσσερα χρόνια και διεκδικεί να είναι για άλλα τέσσερα χρόνια, «δηλαδή να συνεχίσει να διαχειρίζεται ευαίσθητα εθνικά θέματα» και πως «από το ’74 μέχρι σήμερα, καμία άλλη κυβέρνηση δεν είχε εργαλειοποιήσει με αυτόν τον τρόπο την ΕΥΠ και ένα ευαίσθητο εθνικό θέμα στην προεκλογική αρένα».
Ο κ. Τσίπρας ρωτήθηκε αν είχε ενημερωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ για τη δράση του προξενείου και για επαφές με τους δύο βουλευτές του κόμματος, απαντώντας ότι «προφανώς δεν είχαμε καμία ενημέρωση, η ενημέρωση που είχαμε ήταν μια στημένη απόπειρα να δημιουργηθεί ένταση σε ένα θέμα στο οποίο θα έπρεπε όλοι να ομονοούμε». Είπε ειδικότερα, ότι προεκλογικά καμία ενημέρωση δεν είχε και ότι ο κ. Μητσοτάκης λέει απολύτως ψέματα ότι τον ενημέρωσε προεκλογικά. «Μετεκλογικά, τρεις μέρες μετά τις εκλογές, ο κ. Μητσοτάκης αποφάσισε να μου στείλει ένα απόρρητο έγγραφο της ΕΥΠ που είχε αναλυτικές πληροφορίες για τη δράση όλων των υποψηφίων της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη. Δεν με πήρε ούτε ένα τηλέφωνο, δεν έστειλε τον αρχηγό της ΕΥΠ να με ενημερώσει αν ήθελε κάτι να μου επισημάνει, όπως έκανα εγώ πολλάκις όταν ήμουν πρωθυπουργός…», «μόνο μου έστειλε ένα έγγραφο και δυο εβδομάδες μετά, αποσπασματικά σημεία του εγγράφου διέρρευσαν ως δια μαγείας στα ΜΜΕ», τόνισε.
Ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι ο ίδιος ως πρωθυπουργός είχε πάρει δεκάδες τέτοια ενημερωτικά και απόρρητα σημειώματα από την ΕΥΠ για τη δράση του τουρκικού προξενείου στη Θράκη και για συναναστροφές και με πλειονοτικούς και με μειονοτικούς πολιτευτές, όπως είπε. «Ουδέποτε μου πέρασε απ’ το μυαλό να τα κάνω φέιγ βολάν και να τα θέσω στη δημόσια αντιπαράθεση». Σχολίασε ότι τα αξιολογεί τα σημειώματα και δεύτερη και τρίτη φορά «όταν πρόκειται για σημειώματα μιας ΕΥΠ, που δεν δίστασε ο κ. Μητσοτάκης να την εργαλειοποιήσει 4 χρόνια τώρα και να την κάνει να παρακολουθεί τους πολιτικούς του αντιπάλους, ακόμα και τους αρχηγούς των Ενόπλων Δυνάμεων».
Ερωτηθείς αν κρίνει ότι αυτά που διάβασε στο έγγραφο, έστω και εκ των υστέρων, ήταν σοβαρά, κι αν θα άλλαζε κάτι στις λίστες αν τα γνώριζε πριν τις εκλογές, ανέφερε ότι θα τα αξιολογούσε, θα έκανε έρευνα. Επιτέθηκε δε έντονα προς τον κ. Μητσοτάκη ρωτώντας: «Τι μου ζητούσε να κάνω; Να βγω να δημιουργήσω μια μείζονα θεσμική, κοινωνική και ενδεχομένως εθνική κρίση, δηλαδή να πω ότι 20.000 Έλληνες πολίτες μουσουλμάνοι που ψήφισαν δεν έχουν ελεύθερη κρίση να ψηφίζουν όπως όλοι οι άλλοι πολίτες, και αυτούς που υπερψήφισαν εγώ τους βγάζω γιατί τους θεωρώ υποχείρια τρίτης χώρας. Αυτή την πολιτική ανευθυνότητα μου ζητούσε ο κ. Μητσοτάκης να πράξω». «Δεν υπήρξα ποτέ ανεύθυνος στα εθνικά ούτε πωλητής πατριδοφροσύνης. Στα εθνικά θέματα οφείλουμε να είμαστε σοβαροί και υπεύθυνοι, και αυτό που έκανε, ήταν μια απίστευτη, μια εθνική ανευθυνότητα που την έκανε για 20.000 ψήφους. Γιατί δεν ανέχεται να υπάρχει ένα σημείο του εκλογικού χάρτη που δεν θα έχει το γαλάζιο χρώμα».
Αυτό δείχνει και πώς θα πολιτευθεί η ΝΔ την επόμενη μέρα, εκτίμησε ο Αλ. Τσίπρας. «Θέλουν να είναι ανεξέλεγκτοι και ασύδοτοι», είπε, μιλώντας για «εκβιασμό» της κ. Μπακογιάννη στη Ροδόπη μπροστά στις κάμερες, που «απευθυνόταν σε κάθε κοινωνική ομάδα». «Ο κ. Ερντογάν τρίβει τα χέρια του. Αν εγώ έκανα το θεσμικό λάθος, το πολιτειακό, το εθνικό ατόπημα να καθαιρέσω αυτούς τους δυο βουλευτές που εγκρίθηκαν με την ψήφο 20.000 ψήφων Ελλήνων πολιτών της μουσουλμανικής μειονότητας, τότε να δείτε πόσο θα έτριβε τα χέρια της η Τουρκία».
Ο κ. Τσίπρας έκανε λόγο για υποκρισία της ΝΔ, δηλώνοντας ότι περιμένει την απάντηση του κ. Μητσοτάκη για τον υποψήφιο της ΝΔ κ. Κατραντζή «που τρεις μέρες πριν από τις εκλογές προέβη σε δηλώσεις στον τουρκικό Τύπο αναφερόμενος στη μουσουλμανική μειονότητα με τον όρο ‘εμείς οι Τούρκοι της δυτικής Θράκης’». «Ο κ. Μητσοτάκης δεν το ήξερε αυτό όταν ξεκίναγε αυτή την επίθεση λάσπης και στοχοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ;». Σχολίασε ότι «είσαι το λιγότερο υποκριτής όταν επιτίθεσαι με ένα στημένο καταφανώς τρόπο στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και τους ζητάς δηλώσεις μετάνοιας και έχεις εσύ στα ψηφοδέλτια σου έναν βουλευτή που τρεις μέρες πριν είχε δηλώσει ότι είμαστε Τούρκοι της δυτικής Θράκης». Και συνέχισε: «Όταν κατηγορείς τον ΣΥΡΙΖΑ ως εθνική εξαίρεση, επειδή έχει βουλευτές που λες δήθεν ότι συνεργάζονται με το τουρκικό προξενείο, και έχεις μια σειρά από πολιτευτές, υποψήφιους δημάρχους και βουλευτές που έχουν φωτογραφίες να κάνουν γλέντια, τραπέζια, συναντήσεις με το τουρκικό προξενείο». Έθεσε δε, το ερώτημα: «Όταν το ’12 η κ. Μπακογιάννη κατέβηκε στις εκλογές και πήρε 2,55% πανελλαδικά αλλά 18% στη Ροδόπη και 70% στον Ίασμο, ήταν εθνική εξαίρεση; Είχε κάνει καμία συμφωνία με τον κ. Ερνοτγάν;» «Είναι ντροπή να λέγονται αυτά», πρόσθεσε.
«Το κύριο επιχείρημα μας είναι το πρόγραμμα μας»
Ο κ. Τσίπρας είπε ότι ενόψει της κάλπης της 25ης Ιουνίου, το κύριο επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι το πρόγραμμά του. Τόνισε ότι είναι δύο τα σχέδια διακυβέρνησης που αντιπαρατίθενται: «Από τη μια αυτό που καταθέσαμε στον ελληνικό λαό και από την άλλη της ΝΔ». Είπε ότι στο πρόγραμμά της η ΝΔ αναφέρει «πολλά που δεν έχει σκοπό να κάνει και δεν λέει πράγματα που έχει σκοπό να κάνει». Ειδικότερα, ανέφερε ότι η ΝΔ κατέθεσε το μεσοπρόθεσμο «στο οποίο δεν εμπεριέχεται καμία από τις προτάσεις της ΝΔ, αντιθέτως προβλέπεται ότι θα μειωθούν οι δαπάνες για τους μισθούς των δημόσιων υπαλλήλων κατα 730 εκατ. σε πραγματικούς όρους, θα μειωθούν κατά 1,1 δισ. οι πρωτογενείς δαπάνες του Δημοσίου, άρα δεν θα έχουμε έξοδα για τα δημόσια νοσοκομεία και τα σχολεία και δεν θα αυξηθεί 25% ο μέσος μισθός όπως λέει η ΝΔ, παρά μονάχα 1,4% σε πραγματικούς όρους». Πρόσθεσε ότι υπάρχει και η «ατζέντα Πνευματικού» για το ΕΣΥ, που είναι, όπως είπε, ατζέντα σύμπραξης δημοσίου-ιδιωτικού, περαιτέρω συρρίκνωσης των δημόσιων δαπανών και διαλογής ασθενών.
Είπε ότι σε αυτά τα δύο σχέδια διακυβέρνησης του τόπου, ο ΣΥΡΙΖΑ καλεί τους πολίτες να επιλέξουν «ανάμεσα σε ένα σχέδιο που προτάσσει την ανάγκη να στηριχτεί η κοινωνία, ή ένα πρόγραμμα που έχει πάρα πολλά κρυφά σημεία και πάρα πολλά που λέγονται αλλά δεν θα υλοποιηθούν». Παράλληλα, κάλεσε τους πολίτες που βλέπουν σήμερα «τους κινδύνους στη διαμόρφωση ενός αντίστοιχου συσχετισμού» με εκείνον της 21ης Μαΐου και ότι «δεν είναι υγιής μια δημοκρατία που δίνει λευκή επιταγή σε μια ανεξέλεγκτη παντοδύναμη κυβέρνηση», να συνειδητοποιήσουν ότι η χώρα, «ακόμα κι αν δεν καταφέρουμε να ανατρέψουμε αυτόν τον συσχετισμό, χρειάζεται μια αντιπολίτευση να μπορεί να κοιτάει στα μάτια τον κ. Μητσοτάκη και τη ΝΔ, να στηρίξει τις κοινωνικές ανάγκες και να μπορεί να αντισταθεί απέναντι στις πολιτικές της».